6 Ιανουαρίου 2009

Καλλιέργεια λαχανικών στην Τριφυλία

Σε μια δυναμική καλλιέργεια εξελίσσεται για την περιοχή της Τριφυλίας η καλλιέργεια σε φυλλώδη λαχανικά όπως είναι οι σαλάτες, τα μαρούλια, το άισμπεργκ, το λάχανο και το κουνουπίδι. Σιγά σιγά καθιερώνεται η καλλιέργεια τους στην περιοχή κερδίζοντας συνεχώς έδαφος και πλέον έχει ξεπεράσει τα χίλια στρέμματα, αποτελώντας εναλλακτική καλλιέργεια πέρα από τα καρπούζια που είναι και το κύριο κηπευτικό προϊόν της περιοχής. Ο μικρός βιολογικός τους κύκλος και οι κλιματολογικές συνθήκες της Τριφυλίας ευνοούν την ανάπτυξή τους και την καλλιέργεια τους από την αρχή του φθινοπώρου μέχρι και την αρχή της άνοιξης λίγο πριν ξεκινήσει το φύτεμα των καρπουζιών. Χαρακτηριστικό δε είναι ότι υπάρχουν καλλιέργειες τόσο σε θερμοκηπιακές μονάδες όσο και στην ύπαιθρο και πολλές φορές οι παραγωγοί προλαβαίνουν στο ίδιο κτήμα να κάνουν δύο και τρεις καλλιέργειες του ίδιου προϊόντος. Στην περιοχή, όπως μας τόνισε ο υπεύθυνος κηπευτικών της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Τριφυλίας γεωπόνος Αντώνης Παρασκευόπουλος, η καλλιέργειά τους γίνεται εδώ και δέκα χρόνια περίπου, ενώ με το πέρασμα των χρόνων εξαπλώνεται σε μεγαλύτερες εκτάσεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι αυξάνει και η ποικιλότητα των φυτών που καλλιεργούνται τόσο σε μέγεθος όσο σε σχήμα και σε χρώματα ανάλογα και με τις απαιτήσεις που υπάρχουν στην αγορά. Οι καλλιέργειες, μας επισήμανε, γίνονται τόσο στα θερμοκήπια όσο και στην ύπαιθρο. Στα θερμοκήπια καλλιεργούνται οι πράσινες σαλάτες οι οποίες είναι πιο ευαίσθητες και δεν μπορούν να καλλιεργηθούν στην ύπαιθρο. Καλλιεργούνται από τον Σεπτέμβριο μέχρι το Μάρτιο σε έκταση 100 στρεμμάτων περίπου με δυνατότητα όμως για 3 ως 4 καλλιέργειες στον ίδιο χώρο το χρόνο και αυτό καθώς ο βιολογικός τους κύκλος είναι αρκετά μικρός αφού διαρκεί 40-60 μέρες περίπου, ενώ ανά στρέμμα μπορεί να φυτευτεί μεγάλος αριθμός φυτών που κυμαίνεται μεταξύ 8-10 χιλ. “Θερμοκηπιακές“ περιοχές που καλλιεργείται η σαλάτα είναι η Τερψιθέα, η Κυπαρισσία, το Μεμί και τα Φιλιατρά. Οπως υπογράμμισε ο κ. Παρασκευόπουλος εναλλακτική λύση μπορούν να αποτελέσουν τα χαμηλά τολ που υπάρχουν στην περιοχή και έχουν κατασκευαστεί για την καλλιέργεια καρπουζιού, καθώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν πριν ξεκινήσει το φύτεμα του συγκεκριμένου προϊόντος. Ο μεγαλύτερος όγκος όμως της παραγωγής είναι στις υπαίθριες καλλιέργειες και εδώ υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον καθώς η περιοχή προσφέρεται αφού και τα εδάφη είναι κατάλληλα και οι κλιματολογικές συνθήκες οι χαμηλές θερμοκρασίες και οι παγετοί που συναντώνται σε άλλες περιοχές της χώρας μας εδώ δεν είναι συνηθισμένοι. Στην περιοχή καλλιεργείται κυρίως άισμπεργκ ένα τραγανό και κατσαρό είδος μαρουλιού με φυτεύσεις τις 4-7 χιλ. φυτά το στρέμμα και βιολογικό κύκλο τις 60-75 μέρες και δυνατότητα να καλλιεργηθεί το ίδιο κτήμα 3-4 φορές το χρόνο. Εδώ υπάρχουν και διαφορετικές ποικιλίες φυτών τόσο σε μέγεθος όσο και σε χρώμα αφού πέρα από τα πράσινα υπάρχουν τα κόκκινα όπως και τα ανοιχτόχρωμα πράσινα. Χαρακτηριστικό επίσης είναι ότι υπάρχει ενδιαφέρον για καλλιέργεια σε υδροπονία με στόχο την βελτίωση της παραγωγής, ενώ συνεχώς βελτιώνονται και οι καλλιεργητικές τεχνικές (με την χρήση π.χ. μαύρου πλαστικού για την κάλυψη της γης και την μείωση της επαφής του φυλλώματος του φυτού με το χώμα βελτιώνεται η ποιότητά του και μειώνονται τα προβλήματα που δημιουργούνται από τις υγρασίες του εδάφους και την επαφή του με αυτό). Μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι ότι δεν υπάρχουν αρκετά εγκεκριμένα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προστασία τους και αυτό επειδή το οικονομικό όφελος του προϊόντος ακόμη είναι μικρό, γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρξει και μια αναθεώρηση από πλευράς του υπουργείου σε αυτό το θέμα. Βέβαια σαν προϊόν δεν χρειάζεται σημαντικές παρεμβάσεις και έτσι από μόνο του είναι απαλλαγμένο από φυτοφάρμακα. Στην περιοχή καλλιεργούνται περίπου 400 στρέμματα κυρίως στην Τερψιθέα και τα Φιλιατρά όπου με τις εναλλαγές που υπάρχουν στην καλλιέργεια φτάνουν τα 1.000 ως 1.200 στρέμματα το χρόνο. Ενώ η καλλιέργεια των μαρουλιών στην οποία δεν υπάρχει εναλλαγή μέσα στην ίδια χρονιά φτάνει τα 500-600 στρέμματα το χρόνο. Οι καλλιέργειες αυτές αποτελούν μια εναλλακτική λύση στην εντατική και συστηματική καλλιέργεια του καρπουζιού και όπως επισημαίνεται θα πρέπει στην περιοχή να δημιουργηθεί ένας κρίσιμος όγκος παραγωγής ο οποίος θα μπορεί να προσελκύσει συστηματικά το εμπορικό ενδιαφέρον.

Πηγή: εφημερίδα Ελευθερία