25 Ιανουαρίου 2011

Κινόα: ο υπερθρεπτικός σπόρος

Οι υποψιασμένοι του γκουρμέ σύμπαντος ήδη τη γνωρίζουν - δεν υπάρχει λίστα του τύπου «υπερτροφές του μέλλοντος» που να μην την περιέχει...
Η κινόα, του γένους των χηνοποδιδών, δεν είναι δημητριακό - για την ακρίβεια ως φυτό είναι πιο συγγενική με το σπανάκι, το παντζάρι και τον αμάραντο - αλλά οι σπόροι της καταναλώνονται ως τέτοιο, και μάλιστα με πλεονεκτήματα έναντι πολλών ανάλογων τροφών: δεν περιέχει γλουτένη και χωνεύεται πιο εύκολα από το σιτάρι, το καλαμπόκι ή τη σίκαλη, ενώ μπορεί να αντικαταστήσει το ρύζι σε οποιαδήποτε μορφή του. Η κινόα παρέχει 10 απαραίτητα αμινοξέα, είναι γεμάτη μεταλλικά ιχνοστοιχεία και έχει υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη, μεταξύ 14-18%. Ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ θεωρεί ότι είναι τόσο θρεπτική που μπορεί να αντικαταστήσει μέχρι και το μητρικό γάλα. Οι Ινκας τής απέδιδαν ιερές ιδιότητες και την αποκαλούσαν «μητέρα όλων των καλλιεργειών». Μόνο που οι ισπανοί κατακτητές, θεωρώντας την κατώτερου τύπου «τροφή για Ινδιάνους», την εξόρισαν για χάρη των σιτηρών, φθάνοντας μέχρι και στο σημείο να την απαγορεύσουν, αφού συνδεόταν και με πολλές μη χριστιανικές τελετές γονιμότητας. Παρ' όλα αυτά, καλλιεργείται αδιάκοπα από το 3.000 π.Χ. στις Ανδεις, σε υψόμετρα άνω των 2.000 μ., καθώς απαιτεί ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες, με άνω του 90% της παραγωγής της να μοιράζεται ανάμεσα στο Περού και τη Βολιβία. Οι Βορειοαμερικανοί έχουν ξετρελαθεί μαζί της: συνιστάται σε αθλητές και σε άτομα με δυσανεξία στη γλουτένη, οι γευσιγνώστες λατρεύουν το ότι συνδυάζει θρεπτικότητα με μεγάλη «ευελιξία» στο μαγείρεμα, ενώ η NASA την έχει υποψήφια για καλλιέργεια σε διαστημόπλοια, για αποστολές μακράς διαρκείας. Ετσι, η τιμή της έχει εκτοξευθεί, δεδομένου και του περιορισμένου όγκου της παραγωγής: από το 2000 η χονδρική τιμή της έχει επταπλασιαστεί, ενώ οι εξαγωγές έχουν δεκαπλασιαστεί. Και η ζήτηση δεν παύει να αυξάνεται. Τώρα όμως, η κινόα γίνεται το επίκεντρο ενός οικονομικού «πειράματος» που θα ήθελε να δώσει ένα διαφορετικό παράδειγμα σύγχρονης ανάπτυξης. Ας εξηγήσουμε: η κυβέρνηση του προέδρου της Βολιβίας Εβο Μοράλες ανακήρυξε την κινόα «στρατηγικό τρόφιμο», απαραίτητο για τη φτωχή χώρα του, συμπεριλαμβάνοντάς τη μάλιστα σε ένα πακέτο βοήθειας που μοιράζεται σε εγκύους. Εκμεταλλευόμενη την πρόσφατη δημοφιλία της, προωθεί την ολοένα και μεγαλύτερη καλλιέργειά της στα ημιάγονα υψίπεδα των Ανδεων, τα οποία κατοικούνται από φτωχούς ινδιάνους μικροαγρότες που καλλιεργούν για ίδια κατανάλωση, με σκοπό την οικονομική ανακούφισή τους. «Μόνο το 10% της παραγωγής παραμένει στη Βολιβία. Το υπόλοιπο 90% εξάγεται», λέει η ινδιάνικης καταγωγής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Νεμέσια Ατσακόγιο. Οι ντόπιοι αγρότες ήρθαν πρώτη φορά σε επαφή με την αγορά εξαιτίας αυτών των εξαγωγών - μέχρι τότε η οικονομία τους ήταν κατά βάση ανταλλακτική, σύμφωνα με τον Μπριγίδο Μαρτίνες, πρόεδρο της Εθνικής Ενωσης Παραγωγών Κινόα (ANAPQUI). Η προσοχή των Δυτικών στράφηκε στην κινόα, σύμφωνα με τον Μαρτίνες, έπειτα από μια επίσκεψη του ισπανικού βασιλικού ζεύγους στην περιοχή το 1987, όπου τη δοκίμασαν, παρόλο που θεωρούνταν «τροφή του φτωχού» από τις τοπικές λευκές ελίτ. Στη δεκαετία του 1990, αμερικανοί επιστήμονες κατασκεύασαν ένα υβρίδιο υψηλής απόδοσης με σκοπό να ξεκινήσουν μεγάλης κλίμακας καλλιέργεια στις ΗΠΑ, αλλά η ANAPQUI κατέφυγε σε διεθνές δικαστήριο και η υπόθεση έμεινε εκεί. Ετσι, στη Βολιβία πιστεύουν ότι η κινόα μπορεί να γίνει ο κινητήρας μιας άλλου τύπου αγροτικής ανάπτυξης: όπως η σόγια στις πλούσιες πεδινές εκτάσεις στα ανατολικά της χώρας έφερε πλούτο στους λίγους αγρο-επιχειρηματίες με τις τεράστιες φυτείες, έτσι ελπίζουν η κινόα να γλιτώσει τα υψίπεδα από την ενδημική φτώχεια - εξάλλου πιάνει πέντε φορές υψηλότερη τιμή από τη σόγια. Αποτελεί κομβική πολιτική επιλογή μιας κυβέρνησης που θεωρεί ότι φέρνει την «απο-αποικιοποίηση» της χώρας προς όφελος των καταφρονεμένων ιθαγενών της. Πρώτη φορά παρέχονται δάνεια, εισάγεται μια κάποια μηχανική καλλιέργεια και αναζητούνται μέθοδοι περαιτέρω αύξησης της παραγωγής. Δεν λείπουν όμως και τα προβλήματα. Κατ' αρχάς, κάποια παιδιά έδειξαν σημεία υποσιτισμού, καθώς οι γονείς τους υποκατέστησαν την προσοδοφόρα πλέον κινόα με ρύζι και ζυμαρικά. Κάποιοι παραγωγοί επίσης είναι καχύποπτοι απέναντι στις νέες μεθόδους καλλιέργειας, φοβούμενοι ότι θα αλλάξει τις παραδοσιακές περιβαλλοντικές ισορροπίες: τα εδάφη έχουν αρχίσει να εξαντλούνται και, αν χρησιμοποιηθούν χημικά λιπάσματα, θα νοθευθεί το μέχρι στιγμής απόλυτα οργανικό προϊόν. Κάτι τέτοιο δεν θα το επιθυμούσαν και οι δυτικοί καταναλωτές. Ο,τι όμως και να γίνει, οι καλλιεργητές δεν έχουν παράπονο. Σύμφωνα με τον πρόεδρό τους, «η κινόα δεν μας βγάζει απ' τη φτώχεια, αλλά ζούμε καλύτερα».

Πηγή: εφημερίδα Ελευθεροτυπία