25 Αυγούστου 2011

Σωτήρης Γκαρδιακός (Garsot): Ο Έλληνας ζωγράφος του Hollywood

Ο Σωτήρης Γκαρδιακός, γνωστός στα διεθνή σαλόνια της Τέχνης μέχρι το 1990 ως Sotiris και από το 1995 και μετά με το ψευδώνυμο «Garsot» (αρχικά του ονόματός του), είναι ένας από τους αγαπημένους ζωγράφους του Χόλιγουντ. Εζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στη Νότια Αφρική, αλλά έκανε καριέρα στο Σικάγο όπου ζει. Φέτος ετοιμάζει το Μουσείο Ζωγραφικής Τέχνης στη γενέτειρά του Βάλτα Τριφυλίας. Ομως το μεγάλο μυστικό του είναι η πρόταση που πρόκειται να υποβάλει για μια υπαίθρια καλλιτεχνική δημιουργία εκατό εικαστικών από όλον τον κόσμο στη Μεσσηνία. Σκοπός του να ντύσει ένα ολόκληρο βουνό στα χρώματα, καθότι ο ίδιος είναι καλλιτέχνης προκλητικών προτάσεων. Εργα του κοσμούν, μεταξύ άλλων, τα σπίτια του Κερκ Ντάγκλας, του Τομ Χανκς, του Τσακ Νόρις και των αείμνηστων Μάικλ Τζάκσον και Λιζ Τεϊλορ. Ο δήμος του Σικάγου τον έχει βραβεύσει ως «ζωγράφο της χρονιάς», ενώ πριν από τέσσερα χρόνια εγκαινίασε στην πόλη τη δική του γκαλερί «Sun belt», στην οποία εκθέτει τις δημιουργίες του.

- Πώς αφήσατε την Ελλάδα για το εξωτερικό;
Από μικρός διάβαζα περιπέτειες για ζούγκλες και εξερευνήσεις. Μου άρεσε η Αφρική, όμως τα... φτερά μου με οδήγησαν στην Αμερική, όπου πλέον ζω, καθώς το έργο μου βρήκε ιδιαίτερη ανταπόκριση. Αν με ρωτούσατε τι θα ήθελα να είμαι, καλλιτέχνης ή εξερευνητής, θα σας έλεγα πως προτιμούσα να φωτογραφίζω από ψηλά. Ομως γεννήθηκα ζωγράφος. Το ανακάλυψα τριών ετών. Ο πατέρας μου έπινε το ούζο του με τη συντροφιά ενός φίλου του πριν από εξήντα χρόνια. Τον είδα που ζωγράφιζε με μια κιμωλία πάνω στο τραπέζι και, όταν τελείωσε, πρόσεξα με τα παιδικά μου μάτια πως είχε ζωγραφίσει μία κατσίκα. Σκέφτηκα τότε «μακάρι να σχεδιάζω και εγώ σαν τον πατέρα μου, θα είμαι ευτυχισμένος». Και αυτό τελικά έκανα.
- Το καταφέραττε με ιδιαίτερη καταξίωση...
Ισως επειδή διαπίστωσα την εκτίμηση του κόσμου για τα έργα μου και αυτό λειτούργησε επιβεβαιωτικά.
- Υπήρξε κάποιος Ελληνας καλλιτέχνης που σας επηρέασε;
Βέβαια. Ηταν ο εξαίρετος σκηνοθέτης Θόδωρος Μαραγκός, όχι μόνο χάρη στη σπουδαία σκηνοθετική δουλειά του αλλά κυρίως λόγω του ιδιαίτερου ταλέντου που τον διακρίνει στο σχέδιο. (Ο Θόδωρος Μαραγκός έχει υπογράψει τις καλύτερες ελληνικές ταινίες, όπως οι «Θανάση, σφίξε κι άλλο το ζωνάρι» και «Μάθε, παιδί μου, γράμματα», και ήταν ο πρώτος που έδωσε κινούμενο σχέδιο στην ελληνική τηλεόραση.)
- Αγαπημένος σας ζωγράφος;
Ο Σαλβαντόρ Νταλί με τον οποίο κάναμε μαζί έκθεση στην Καλιφόρνια. Ηταν μια έκθεση που συμμετείχαν τα έργα του Νταλί, του Πικάσο, του Ερτέ, του Μιρό και τα δικά μου στο Ροντέο Ντράιβ το 1987. Μου άρεσε από παλαιότερα, αλλά η προσωπική επαφή μαζί του με επηρέασε ιδιαίτερα. Βέβαια, πολλά από τα έργα του είναι απαισιόδοξα. Τότε, θυμάμαι, μου είχε πει ότι η δουλειά μου του άρεσε και καταλαβαίνετε πόσο με ικανοποίησε αυτό.
- Ακούγεται πως η εμπορική αξία των έργων σας είναι ιδιαίτερα υψηλή…
Εχω πουλήσει έργα μου αρκετά ακριβά. Σημαντικό ρόλο έχει παίξει και το Internet στη διάδοση της δουλειάς μου. Επίσης, η αδυναμία μου για το περιβάλλον ώθησε τα έργα μου προς εταιρείες και οργανισμούς που μάχονται για τη Φύση.
- Για την πατρίδα σας σκέφτεστε να κάνετε κάτι... Ή αποτελεί και αυτή μία κουκκίδα στον παγκόσμιο χάρτη;
Στη μνήμη του πατέρα μου και της μάνας μου αποφάσισα να δημιουργήσω ένα μουσείο, το οποίο θα περιλαμβάνει αρκετά έργα μου. Εχω συμφωνήσει από καιρό με τον πρώην δήμαρχο της πόλης των Γαργαλιάνων και στο όμορφο χωριό Βάλτα, σε ένα κτίριο που κάποτε στέγαζε το σχολείο και θυμίζει από μόνο του μουσείο, θα τοποθετηθούν οι πίνακές μου, πολλοί εκ των οποίων ήδη έχουν μεταφερθεί από την Αμερική γι’ αυτόν τον σκοπό. Τα εγκαίνια θα γίνουν εν ευθέτω χρόνω. Ονειρεύομαι να γίνει ένα μουσείο με φήμη που θα προσελκύει πολύ κόσμο.
Ομως θα σας πω το εξής: πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας αποφασίστηκε από τον πρόεδρο των Ελλήνων Αμερικής, τον Σύνδεσμο Ελλήνων Αποδήμων και από τον πρόεδρο Εκπροσώπησης όλων των Νομών της Ελλάδας, να δημιουργήσω ένα μνημείο τρισδιάστατο ύψους δώδεκα μέτρων, το κόστος του οποίου θα άγγιζε το ένα εκατομμύριο δολάρια και θα αποτελούσε προσφορά όλων αυτών προς την Ελλάδα. Δόθηκαν τα προσχέδια, φτιάχτηκε η μακέτα και το έργο εγκρίθηκε. Ξέρετε όμως πού σκάλωσε; Οι κύριοι εδώ στην Ελλάδα ζητούσαν και άλλο ένα εκατομμύριο για τη συντήρησή του. Αντιλαμβάνεστε το γιατί… όπως το αντιληφθήκαμε και εμείς στην Αμερική, και φυσικά αρνηθήκαμε. Γι’ αυτό η όποια προσφορά μου στην Ελλάδα θα είναι δική μου υπόθεση, δίχως τρίτους και μεσάζοντες.

Πηγή: Espresso (Γιάννα Ακριβού)