17 Μαρτίου 2012

Απορρίμματα: υπάρχει εναλλακτική πρόταση διαχείρισης;

Α. Εισαγωγή: Αν κάποιος ισχυριζόταν ότι η κρίση χρέους και η κρίση της διαχείρισης των σκουπιδιών έχουν την ίδια «συστημική λογική», με την έννοια ότι η επί σχεδόν 30χρονη αδράνεια (;), εξώθησε στο σημερινό αδιέξοδο και στην επιβολή του μονόδρομου, θα ήταν απλά ακριβής. 30 χρόνια ανεξέλεγκτης διάθεσης σε παράνομες χωματερές μέσα σε δασικές εκτάσεις, ρέματα, παλιά νταμάρια….. Μέσα σε 30 χρόνια εκδόθηκαν 4 νόμοι, 7 Κ.Υ.Α., πλειάδα Υπ. Αποφάσεων 2 Οδηγίες της Ε.Ε., Εθνικός και Περιφερειακοί Σχεδιασμοί…. Και όμως η αδράνεια και η σύγχυση ρόλων και αρμοδιοτήτων, παράλληλα με την κοινή διαπίστωση ότι «τα σκουπίδια είναι χρυσός» οδήγησαν στην κυρίαρχη και συνειδητή επιλογή του σύμμεικτου σκουπιδιού, χρήσιμου εργαλείου, όπως θα δούμε παρακάτω για την επιβολή του μονόδρομου. Για να είμαστε ακριβείς η Τοπική Αυτοδιοίκηση επέδειξε χαρακτηριστική ολιγωρία και αδράνεια στην αναζήτηση λύσεων ολοκληρωμένης διαχείρισης των απορριμμάτων, μια και καταστατικά είναι η άμεσα εμπλεκόμενη στο πρόβλημα και στις συνέπειες για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον.
Β. Η κυρίαρχη λύση: το 30χρονο αδιέξοδο και η συνειδητή επιλογή των σύμμεικτων αστικών απορριμμάτων προετοίμασαν την ανάθεση της διαχείρισης στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Η σύγκρουση των συμφερόντων τεράστιων κατασκευαστικών – τραπεζικών – οικονομικών ομίλων είναι εμφανής καθημερινά στον αθηναϊκό και περιφερειακό τύπο. Ο υπό υλοποίηση μονόδρομος προϋποθέτει τεράστιες εγκαταστάσεις, ενεργειακή αξιοποίηση με καύση και σταδιακή εκχώρηση όλης της διαδικασίας διαχείρισης (από την αποκομιδή ως την καύση) στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Η προωθούμενη κυρίαρχη λογική προσπαθεί να αντλήσει νομιμοποίηση από το σημερινό αδιέξοδο, από την Οδηγία 2008/98/ΕΚ, που συνειδητά υποβαθμίζει ή αγνοεί μια σειρά θετικών ρυθμίσεων και από το «μνημονιακό» περιβάλλον της συγκυρίας. Και όμως ο προωθούμενος σχεδιασμός ανακυκλώνει και μεγεθύνει τα περισσότερα προβληματικά στοιχεία της σημερινής κατάστασης: στηρίζεται στη λογική του σύμμεικτου απορρίμματος, δεν αντιμετωπίζει την επιμόλυνση από επικίνδυνα απόβλητα, κυρίως βιοτεχνικά – βιομηχανικά, υποβαθμίζει τις πολιτικές πρόληψης, μείωσης των απορριμμάτων, διαλογής στην πηγή, επανάκτησης, ανακύκλωσης και κομποστοποίησης, οδηγεί την διαχείριση σε κεντρικές, σύνθετες και γιγάντιες εγκαταστάσεις, ανελαστικές στην μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου και στην παραγωγή απορριμμάτων (υπερδιαστασιολόγηση) και για να είμαστε σαφείς είτε δηλώνεται είτε αποκρύπτεται οδηγεί στην καύση, εκχωρεί την διαχείριση των απορριμμάτων στο μεγάλο κεφάλαιο, υποβαθμίζοντας το δημόσιο – κοινωνικό χαρακτήρα και τον κοινωνικό έλεγχο (ήδη πολλοί Δήμοι έχουν προστρέξει σε αυτή την «εύκολη» λογική της ιδιωτικοποίησης ακόμη και της αποκομιδής, όπως για παράδειγμα και ο Δήμος Τριφυλίας, οδηγεί σε εκτόξευση το κόστος διαχείρισης που θα οδηγήσει σε τεράστια αύξηση των δημοτικών τελών σε βάρος των χειμαζόμενων πολιτών, ενώ υποβαθμίζει το ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε ρόλο χαμάλη. Πρόκειται δηλαδή για επιλογή με χαρακτήρα αντιπεριβαλλοντικό, αντικοινωνικό, δαπανηρό και κοστοβόρο για την κοινωνία και επωφελή μόνο για τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Δεν είναι λοιπόν παράλογο που όπου σχεδιάζεται η χωροθέτηση εγκαταστάσεων διαχείρισης (εργοστάσια, σταθμοί μεταφόρτωσης, χώροι δεματοποίησης κλπ.) προκαλείται μεγάλη κοινωνική αντίδραση (κορυφαία περίπτωση η Κερατέα), ενώ οι εσωτερικές της αντιφάσεις / αντιθέσεις δεν είναι αμελητέες (δες για παράδειγμα την «σύγκρουση» σε πελοποννησιακό επίπεδο Τατούλη – Νίκα).
Γ. Η «πράσινη πρόταση» των τεσσάρων ΜΚΟ: είναι γεγονός ότι την εποχή που δημοσιοποιήθηκε η «ΚΟΙΝΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ» των W.W.F., Greenpeace, Μεσόγειος SOS και της Οικολογικής Εταιρίας Ανακύκλωσης, δηλαδή το 2009, αποτέλεσε την πρώτη ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση διαχείρισης απορριμμάτων. Η πρόταση αυτή επηρέασε θετικά τα πράγματα αφού συνέβαλε να γίνουν οικείες και σε αρκετούς αποδεκτές οι αρχές: της πρόληψης, της επαναχρησιμοποίησης, της οικιακής κομποστοποίησης, της διαλογής στην πηγή και της ελαχιστοποίησης των υπολειμμάτων, ενώ κράτησε αρνητική θέση απέναντι στη θερμική επεξεργασία, δηλαδή την άμεση ή έμμεση καύση. Ενώ η πρόταση αυτή σε επίπεδο στρατηγικών αρχών και στόχων είχε θετικά στοιχεία, όταν εντάχθηκε στον οργανωμένο διάλογο σχεδιασμού ενός ολοκληρωμένου μοντέλου διαχείρισης (βλέπε περιφέρεια Κρήτης και περιφέρεια Αττικής, αναδείχθηκαν τα όρια αυτής της πρότασης. Η «πράσινη πρόταση» εγγράφηκε στο πλαίσιο της «πράσινης επιχειρηματικότητας». Συγκεκριμένα η πρόταση αυτή: συνομιλεί και συγκρίνεται μόνο με τις προτάσεις των περιφερειακών σχεδιασμών, δηλ. την κυρίαρχη λογική και όχι με άλλες εναλλακτικές προτάσεις, αποδέχεται ως δεδομένη τη συμμετοχή του μεγάλου κεφαλαίου στο σύστημα διαχείρισης, υποβαθμίζοντας το δημόσιο χαρακτήρα και την ανάγκη κοινωνικού ελέγχου, αποδέχεται, έστω και μερικώς, τη λογική των γιγάντιων συγκεντροποιημένων εγκαταστάσεων (ΣΜΑ, μεγάλες μονάδες κομποστοποίησης, εγκαταστάσεις διαλογής), επιμένει, ανεξήγητα, στη συνέχιση της «αποκλειστικότητας» στα εναλλακτικά συστήματα διαχείρισης, όπως της ΕΕΑΑ (εταιρία Ανακύκλωσης), χωρίς να αξιολογείται η ως τώρα λειτουργίας τους και στερεί την εναλλακτική διαχείριση από τοπικά / δημοτικά συστήματα, προσεγγίζει το ζήτημα από την πλευρά του οικονομικού κόστους, δηλαδή δεν ισχύει πλέον ότι τα «σκουπίδια είναι χρυσός»; Η ανακύκλωση, η κομποστοποίηση, το βιοαέριο, η επαναχρησιμοποίηση δεν παράγουν έσοδα – οφέλη που κάποιος θα τα καρπωθεί; αποδέχεται τον υποβαθμισμένο ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ενώ δεν αναδεικνύει την στρατηγική επιλογή των «πράσινων εργολάβων», ως μόνων ωφελημένων.
Δ. υπάρχει εναλλακτική πρόταση; θεωρώντας ως εχθρική την έως τώρα παραλυτική αδράνεια, αλλά και αντίπαλη την κυρίαρχη πρόταση του μονόδρομου, δηλαδή των «πράσινων εθνικών εργολάβων», πιστεύουμε ότι η υπέρβαση των δομικών ορίων της «πράσινης πρότασης» και η κοινωνικοποίηση του προβλήματος, της διαχείρισης των απορριμμάτων σε τοπικό επίπεδο με κοινωνικό έλεγχο, μπορεί να είναι η εναλλακτική πρόταση. Η συνειδητοποίηση του αδιεξόδου και του πολλαπλού κόστους της κυρίαρχης επιλογής είναι δυνατό να οδηγήσουν τις τοπικές κοινωνίες, την τοπική αυτοδιοίκηση, τους φορείς της και τα τοπικά κινήματα σε μία ολοκληρωμένη, βιώσιμη, τοπική / αποκεντρωμένη λύση διαχείρισης. Η οργάνωσή της δεν θα δημιουργηθεί στο κενό, υπάρχουν παλαιότερες εμπειρίες (π.χ. Δήμος Ελευσίνας), αλλά και νεότερες εμπνευσμένες πρωτοβουλίες όπως ο αξιέπαινος Δήμος Ευρώτα, όπως επίσης και συντονισμός συλλογικοτήτων και τοπικών κινημάτων, όπως η «Πρωτοβουλία Συνεννόησης για τη Διαχείριση των Απορριμμάτων», από την οποία έχει δανειστεί το παρόν αρκετές ιδέες και διαπιστώσεις, αλλά και διεθνείς πετυχημένες εμπειρίες (δες το παράδειγμα της Φαλάνδρας – Βελγίου). Οι αρχές πάνω στις οποίες στηρίζεται η εναλλακτική πρόταση είναι αυτές της εγγύτητας και της μικρής κλίμακας, αρχές που διασφαλίζουν την κοινωνικοποίηση του προβλήματος, την αποτελεσματική περιβαλλοντική διαχείριση και την οικονομική βιωσιμότητα. Η πρόταση αυτή: α. ενσωματώνει τα θετικά της Οδηγίας 2008/98/ΕΕ, τις διεθνείς και ελληνικές θετικές εμπειρίες, β. ικανοποιεί το στρατηγικό στόχο για τη μείωση της παραγωγής απορριμμάτων, την διαλογή στην πηγή καθαρών, βιοαποδομήσιμων και ανακυκλώσεων, σε αντίθεση με τη λογική του σύμμεικτου σκουπιδιού, γ. μεγιστοποιεί την ανάκτηση υλικών (επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, κομποστοποίηση) και διαχέει τις ωφέλειες στην τοπική κοινότητα και τους δήμους και δεν τους φορτώνει μόνο τα βάρη, δ. χρησιμοποιεί μικρής κλίμακας εγκαταστάσεις, απλό μηχανολογικό εξοπλισμό που είναι εύκολα διαχειρίσιμες από τους Δήμους, ε. μειώνει στο ελάχιστο το υπόλειμμα προς απόρριψη σε ΧΥΤΥ, αφού έχει αντιμετωπίσει την επικινδυνότητα από την ανάμειξη και επιμόλυνση των σύμμεικτων. στ. τέλος μέσω της κοινωνικοποίησης και τοπικής διαχείρισης των ωφελημάτων συμβάλλει στην τοπική απασχόληση με την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Κρίνουμε ως αναγκαίο τον απεγκλωβισμό από τα εθνικά συστήματα τύπου ΕΕΑΑ και την δημιουργία τοπικών συστημάτων, όπου με τη μορφή επιχειρήσεων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και με προτεραιότητα τους άνεργους νέους θα μπορούν να αναλάβουν μεγάλο μέρος της διαχείρισης και των ωφελημάτων της. Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση αυτής της πρότασης απαιτεί κρίσιμο και βιώσιμο μέγεθος και αφορά είτε σε μεγάλους Δήμους είτε στην συνεργασία ομόρων Δήμων που θα εξειδικεύσουν την οργάνωση του τοπικού διαχειριστικού συστήματος. Η πολυμορφία δε του ελλαδικού χώρου, αλλά και η διαφοροποίηση του καταναλωτικού προτύπου, επομένως και της σύνθετης των απορριμμάτων επιτρέπουν την εξειδίκευση, με τους ίδιους στόχους και αρχές, του τοπικού διαχειριστικού μοντέλου. Προϋπόθεση για την συγκρότηση – εξειδίκευση και εφαρμογή του είναι η ουσιαστική διαβούλευση και κοινωνική συμμετοχή, ώστε να τύχει της κοινωνικής αποδοχής – έγκρισης και νομιμοποίησης, ενώ προϋποθέτει την διεπιστημονική εξέταση και την ανάλυση τεχνικών, περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων. Η πρόταση αυτή μπορεί να διαρθρωθεί σε τρία επίπεδα:
1ο Επίπεδο: διαλογή στην πηγή (κατοικία / επιχείρηση, γειτονιά, Δήμος). Με απλές και άμεσες ενέργειες μπορεί να στηθεί και να λειτουργήσει άμεσα το εργαλείο της διαλογής στην πηγή, με άμεσο αποτέλεσμα της μείωση τους προς επεξεργασία / διάθεση όγκου και την διάχυση στην τοπική κοινωνία των ωφελειών (έσοδα, θέσεις εργασίας). Για το επίπεδο αυτό θα απαιτηθεί μικρού κόστους εξοπλισμού με δίκτυο ξεχωριστών κάδων και δίκτυο πράσινων σημείων. Ανάλογα με τον χαρακτήρα των οικισμών μπορούν να προκριθούν οι οικιακοί κομποστοποιητές ή οι κομποστοποιητές σε επίπεδο γειτονιάς, ενώ με το δίκτυο των ξεχωριστών κάδων μπορούν να συλλέγονται τα οργανικά, το χαρτί, το πλαστικό, το γυαλί και τα μέταλλα. Ένα σύστημα 4 κάδων (οργανικά, χαρτί / συσκευασίες, πλαστικό/μέταλλο/γυαλί και σύμμεικτα) θα μπορούσε να στηρίξει ικανοποιητικά και σε άμεσο χρόνο το διαχειριστικό μοντέλο. Στα «πράσινα σημεία» σε επίπεδο γειτονιάς θα συγκεντρώνονται υλικά προς ανακύκλωση ή προς επανάχρηση (ηλεκτρικές, ηλεκτρονικές συσκευές, μπαταρίες, ελαστικά, έπιπλα και ογκώδη κλπ.). Το 1ο επίπεδο «στήνεται» χωρίς να απαιτηθεί νέο σύστημα μεταφοράς ή σταθμοί μεταφόρτωσης και εξοπλισμός, αλλά μπορεί να υπηρετηθεί σε μεγάλο βαθμό από τον υπάρχοντα εξοπλισμό των Δήμων, ενώ ολοκληρώνεται με την εξεύρεση ενός αποκεντρωμένου ελεύθερου χώρου με στεγασμένο χώρο και απλό μηχανολογικό εξοπλισμό. Στο επίπεδο αυτό μπορεί να συλλεχθεί ποσοστό άνω του 70% του όγκου των παραγόμενων απορριμμάτων.
2ο Επίπεδο: διαλογή – διαχωρισμός – κομποστοποίηση σε επίπεδο Δήμου ή ομάδας Δήμων. Ουσιαστικά πρόκειται για διαχείριση σύμμεικτων απορριμμάτων, που ολοκληρώνει το σύστημα διαλογής στην πηγή. Έχει τους ίδιους στόχους, δηλαδή την μεγιστοποίηση της επανάχρησης, ανακύκλωσης και κομποστοποίησης και ελαχιστοποίησης του υπόλοιπου προς τελική διάθεση. Απαιτεί μια οργανωμένη αποκεντρωμένη μονάδα διαλογής με απλό μηχανολογικό εξοπλισμό, που όμως έχει δύο μειονεκτήματα την αύξηση του κόστους διαχείρισης έναντι του 1ου επιπέδου και την υποβάθμιση της ποιότητας των υλικών που λαμβάνονται (κομπόστ, ανακυκλώσιμα) λόγω της σύμμεικτης σύνθεσης. Στους χώρους Εγκατάστασης Διαχείρισης Απορριμμάτων, του 2ου επιπέδου, μπορούν μελλοντικά να λειτουργήσουν επί πλέον δράσεις όπως η μετατροπή των αδρανών σε αμμοχάλικο, η παραγωγή πελετών και μονάδα αξιοποίησης βιοαερίου. Τα δύο επίπεδα διαχείρισης μπορούν σε σύντομο χρόνο να οδηγήσουν σε συλλογή και διάθεση πάνω από το 80% του συνολικού όγκου των απορριμμάτων.
3ο επίπεδο: υγειονομική ταφή υπολείμματος (ΧΥΤΥ). Με την διασφάλιση του ελέγχου και της διαχείρισης, σε ευρύτερο χωρικό πλαίσιο, των επικίνδυνων απορριμμάτων και την συλλογή και διαχείριση στα 2 επίπεδα μέσω της κομποστοποίησης – ανακύκλωσης – επανάχρησης, θα προκύψει ένα υπόλειμμα της τάξεως του 15 – 20% του συνολικού όγκου το οποίο θα έχει χαρακτηριστικά αδρανών υλικών. Το υπόλειμμα αυτό μπορεί να διατεθεί σε ένα χώρο υγειονομικής ταφής, ο οποίος θα προκύψει από την συνεννόηση σε ένα πλαίσιο ευρύτερο του Δήμου ή της ομάδας Δήμων και ενδεχομένως σε επίπεδο περιφερειακό.

Γαργαλιάνοι 12.03.2012
Γιώργος Γκόνης
Το δανειστήκαμε απο το: kopanakinews