1 Μαρτίου 2010

Η ρύπανση σκοτώνει τα ποτάμια της Πελοποννήσου

Σήμα κινδύνου για τη ρύπανση των ποταμών στο μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας εκπέμπει η αναφορά των επιθεωρητών περιβάλλοντος (Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών ΠεριβάλλοντοςΕΥΕΠ), η οποία δόθηκε στην Επιτροπή Υδατικών Πόρων της Βουλής τέλη του προηγούμενου μήνα. Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί είναι το γεγονός ότι οι επιθεωρητές έχουν εισηγηθεί συνολικά πρόστιμα άνω των 3,9 εκατ. ευρώ από το 2004 έως σήμερα. Σύμφωνα με τους ελεγκτές, η ρύπανση των ποταμών οφείλεται κατά κύριο λόγο στην απόρριψη αστικών και βιομηχανικών υγρών αποβλήτων (επεξεργασμένα και μη) καθώς και στις εντατικές καλλιέργειες και τις κτηνοτροφικές δραστηριότητες. Επιβάρυνση επιφέρουν και οι παράνομες εξορυκτικές δραστηριότητες (αμμοληψίες και χαλικοληψίες) που έχουν εντοπιστεί σε αρκετούς ποταμούς ανά τη χώρα. Στην ενημέρωση της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής για την ποιότητα των νερών των ελληνικών ποταμών επισημαίνεται ότι γενικώς στη διαχείριση των υδατικών πόρων παρουσιάζονται προβλήματα στους τομείς αδειοδότησης και ελέγχου από τις αρμόδιες νομαρχιακές, περιφερειακές και κεντρικές υπηρεσίες.
Στην Πελοπόννησο καλή ποιότητα εντοπίζεται μόνο κοντά στις πηγές και πριν από τα φράγματα, αλλά ελλιπής σε πολλές περιπτώσεις όπου εντατικοποιούνται γεωργικές χρήσεις και λοιπές οικονομικές δραστηριότητες. Στα νότια του Μοριά συναντούμε πολλά πορτοκαλί σημεία στην αξιολόγηση του ΕΛΚΕΘΕ. «Στον Ευρώτα, κοντά στην πόλη της Σπάρτης, η ποιότητα επηρεάζεται από τα απόβλητα δεκάδων ελαιουργείων, εργοστασίων που επεξεργάζονται εσπεριδοειδή και φυσικά τις εκτεταμένες απολήψεις νερού. Το κακό είναι ότι η ποιότητα παραμένει ελλιπής και αρκετά χιλιόμετρα παρακάτω, στο ειδυλλιακό κατά τα άλλα φαράγγι του Βρονταμά. Ευτυχώς βελτιώνεται καθώς προχωρούμε κοντά στη Σκάλα Λακωνίας, όπου πέφτουν νερά από κοντινές πηγές». Στη Μεσσηνία, δίπλα στη θάλασσα και την πόλη Μεσσήνη, τα νερά του Πάμισου ταξινομούνται στην κατηγορία «ελλιπούς ποιότητας». Ο Πάμισος περνά από εντατικές γεωργικές καλλιέργειες ενώ ίσως επιβαρύνεται από βιοτεχνίες μικρού και μεσαίου μεγέθους που υπάρχουν στην περιοχή ελέγχου. Ιδια η κατάσταση και δυτικά, κοντά στην Ολυμπία (Αλφειός), στο σημείο όπου καταγγέλθηκαν παράνομες αμμοχαλικοληψίες από εργολάβο που υποτίθεται ότι πραγματοποιούσε αντιπλημμυρικά έργα μετά τις πυρκαγιές του 2007. Οσον αφορά τη ρύπανση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων από τα αστικά απόβλητα, ενδεικτικά αναφέρεται ότι στη Δυτική Πελοπόννησο (Νομοί Ηλείας, Μεσσηνίας και μικρό μέρος της Αρκαδίας) λειτουργούν μόνο οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων στον Πύργο και την Καλαμάτα καθώς και δύο μικρές μονάδες στα Κρέστενα και τη Ζαχάρω, με αποτέλεσμα να εξυπηρετείται ιδιαίτερα μικρό ποσοστό του πληθυσμού. Σημειώνεται μάλιστα πως σε αυτή την περιοχή εντοπίζονται δέκα οικισμοί με πληθυσμό από 2.000 έως 10.000 κατοίκους, στους οποίους βάσει των κοινοτικών κανονισμών έπρεπε να υπάρχουν μονάδες βιολογικού καθαρισμού. Ακόμα επισημαίνεται πως στην Ανατολική Πελοπόννησο, στους Νομούς Αργολίδας, Λακωνίας και μέρος της Αρκαδίας ένας στους τρεις κατοίκους καλύπτεται από τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων. Σύμφωνα με τους επιθεωρητές, οι πλέον επιβαρυντικοί παράγοντες της ποιότητας των υδάτων στην Πελοπόννησο είναι οι αγροτικές δραστηριότητες - ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στα απόβλητα των ελαιουργείων και της σταβλισμένης κτηνοτροφίας που απορρίπτονται ανεξέλεγκτα χωρίς επεξεργασία. Στην αναφορά τονίζεται πως η Ανατολική Πελοπόννησος «δεν έχει στις σημερινές συνθήκες αυτάρκεια σε νερό και πως στο μέλλον θα έχει σοβαρά προβλήματα επάρκειας, αν δεν γίνουν μεγάλα έργα αξιοποίησης του υδατικού δυναμικού του διαμερίσματος ή και μεταφορά υδατικών πόρων από άλλο υδατικό διαμέρισμα». Μεγάλο τμήμα των αποθεμάτων νερού σε αυτή την περιοχή έχει γίνει υφάλμυρο.

Πηγή: εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ