Σε “σκοτεινό τούνελ” η διάρκεια του οποίου ενδεχομένως να είναι πολύ μεγάλη, μοιάζει να έχει εισέλθει το ελληνικό ελαιόλαδο, με βάση τις εξελίξεις που καταγράφονται στη διεθνή αγορά του προϊόντος και με δεδομένη την αδυναμία της ελληνικής Πολιτείας και των εγχώριων συντελεστών του κλάδου να συμφωνήσουν σε μια στρατηγική, η χάραξη και εφαρμογή της οποίας δεν θα στερήσει την γνωστή “λάμψη” από το... χρυσάφι της ελληνικής γης. Σήμερα πάντως, όλα μοιάζουν πολύ δύσκολα! Κι αυτό γιατί η ηγέτιδα δύναμη του κλάδου, η Ισπανία, επιδίδεται σε μια προσπάθεια άλωσης των αγορών με βασικό όπλο την χαμηλή τιμή και με σχετική αδιαφορία για την ποιότητα. Στους ελαιοκομικούς χάρτες προστίθενται συνεχώς και νέες περιοχές ανά την υφήλιο (Αυστραλία, Κίνα, ΗΠΑ, ακόμα και Τουρκία), ενώ την ίδια στιγμή η κατανάλωση του ελαιολάδου στον πλανήτη δεν αυξάνεται με τους ρυθμούς που υπαγορεύει το νέο διατροφικό πρότυπο, τουλάχιστον στον αναπτυγμένο κόσμο. Δεν είναι λίγοι αυτοί οι οποίοι υποστηρίζουν ότι το «φαινόμενο» των 2 ευρώ το κιλό για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, που βλέπουν τον τελευταίο χρόνο οι Ελληνες παραγωγοί, μπορεί και να προσλάβει μόνιμα χαρακτηριστικά αν δεν αξιολογηθεί κατάλληλα η σημερινή πραγματικότητα, εάν δεν υπάρξει κινητοποίηση όλων των δυνάμεων για τη χάραξη της γραμμής που θα ακολουθήσει το ελληνικό ελαιόλαδο στο σύγχρονο κόσμο και αν δεν μεταφερθούν τελικά προς την πλευρά τού παραγωγού κάποιες από τις υπεραξίες που «κτίζονται» γύρω από το προϊόν. Οι επισημάνσεις που έγιναν στο 3ο Συνέδριο για τους ελαιοτριβείς και το marketing του ελαιολάδου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Ελαιολάδου και Ελιάς, είναι ενδεικτικές των «αδύναμων κρίκων» που παρουσιάζει η αλυσίδα παραγωγής, τυποποίησης και διάθεσης του ελληνικού ελαιολάδου και των δυσκολιών που καλείται να αντιμετωπίσει στην ενιαία πλέον παγκόσμια αγορά. Είναι σαφές ότι ένα προϊόν με ιστορία 3.000 ετών, δεν έχει καταφέρει να διαμορφώσει μια δική του ταυτότητα στη διεθνή αγορά. Το ελληνικό ελαιόλαδο όχι μόνο δεν έχει καταφέρει να γίνει συνώνυμο με το «ελαιόλαδο» που κυκλοφορεί ανά τον κόσμο, αλλά για τις περισσότερες χώρες - στόχους του προϊόντος παραμένει άγνωστο σαν προϊόν με χώρα προέλευσης την Ελλάδα. Χαρακτηριστική είναι μια δημοσκόπηση η οποία έγινε στις ΗΠΑ και δείχνει ότι οι Αμερικανοί γνωρίζουν σαν χώρες προέλευσης του ελαιολάδου την Ισπανία και την Ιταλία, όχι όμως την Ελλάδα. Την ίδια ώρα, τα αμφιβόλου ποιότητας ελαιόλαδα που «σερβίρουν» τα ελληνικά εστιατόρια των ΗΠΑ, μάλλον δυσφημούν παρά διαφημίζουν το ελληνικό ελαιόλαδο, τόσο σαν προϊόν όσο και σαν τρόπο διατροφής. Αυτό στο οποίο πάντως φαίνεται να καταλήγουν οι περισσότεροι αναλυτές είναι πως το ελληνικό ελαιόλαδο που ξεχωρίζει από πολλές απόψεις, κυρίως για τα οργανοληπτικά του συστατικά, θα πρέπει να «κτίσει» από την αρχή και βήμα - βήμα την ταυτότητά του, αιχμή της οποίας θα είναι η ποιότητα και όχι η τιμή. Η πολιτική αυτή μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά για τον κύριο όγκο της εγχώριας παραγωγής ελαιολάδου, να δημιουργήσει σοβαρές υπεραξίες για το προϊόν και να δώσει προοπτική σε μια καλλιέργεια
που κοστίζει γιατί αξίζει.
Πηγή: www.agronews.gr
26 Απριλίου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου